Η άσκηση ωμής πολιτικής βίας από την "Χρυσή Αυγή'', υπό το πρόσχημα της προάσπισης των αξιών της εθνικής και φυλετικής καθαρότητας, αλλά και της προστασίας αυτονόητων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, που πλήττονται από την ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας και την ταυτόχρονη απόλυτη ανεπάρκεια του κράτους να προστατεύσει τα ζωτικά αγαθά της ζωής, της τιμής και της περιουσίας των πολιτών, προκαλεί υποκριτικό πολιτειακό αποτροπιασμό στους παραδοσιακούς εκπροσώπους του πολιτικού συστήματος, γεγονός που αποξενώνει μεγάλο μέρος του κοινωνικού σώματος από τα πολιτισμικά ιδεώδη και τις καταστατικές αξίες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η "Χρυσή Αυγή" ήρθε απλώς να ικανοποιήσει τα στερητικά σύνδρομα της κοινωνικής κατάθλιψης, της οικονομικής εξαθλίωσης, της έκδηλης πολιτικής ανισότητας και της προκλητικής αδιαφορίας του κράτους, που βιώνει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Ανέλαβε να "συγκρουστεί" με την πολιτική φαυλότητα του πελατειακού παρασιτισμού, την μειοδοτική ενδοτικότητα του πολιτικού δωσιλογισμού και τελικώς να εκφράσει με τη βία της κοινωνικής ράβδου την οργή σημαντικού μέρους του πληθυσμού για τα βαρειά κοινωνικά δεινά του.
Οι γεννήτορες, όμως, του απεχθούς νεοναζιστικού μορφώματος πρέπει να αναζητηθούν στους κόλπους των κομμάτων της συγκυβέρνησης του Μνημονίου (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ), που βύθισαν την ελληνική κοινωνία στην απόλυτη οικονομική ένδεια και αποδόμησαν τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά του κοινωνικού ιστού της χώρας, καταλύοντας με συστηματική μεθοδικότητα το κοινωνικό κράτος.
Τα μέλη του κοινωνικού σώματος, με πλεόνασμα οργής, έλλειμμα παιδείας και αξιών δημιουργικής πολιτικής ένταξης, ενστερνίστηκαν εύκολα και μάλλον άκριτα το πολιτικό κήρυγμα της ναζιστικής ιδεολογίας και νομιμοποίησαν την πολιτική παρουσία των εχθρών της δημοκρατίας στην ίδια την παραδοσιακή κοιτίδα της.
Ο επικριτικός πολιτικός λόγος για την αποτρόπαια δράση της "Χρυσής Αυγής" ουσιαστικά εξαγνίζει και 'νομιμοποιεί' την πολιτική βία που αυτή ασκεί για την διάδοση των ιδεολογικών της θέσεων. Εκείνοι που λεηλάτησαν την ελληνική κοινωνία, αυτοί που συνομολόγησαν την παράδοση της εθνικής κυριαρχίας στον διεθνή οικονομικό παράγοντα, όσοι αξιοποίησαν το κράτος ως λάφυρο της εκλογικής τους πελατείας, καταδικάζοντας τον ελληνικό λαό στην ανυποληψία και τον εθνικό διασυρμό, δεν διαθέτουν την ηθική και την πολιτική νομιμοποίηση να επικρίνουν την άσκηση οποιασδήποτε μορφής βίας, επειδή αυτοί οι ίδιοι είναι οι παρακμιακοί της γεννήτορες, που την εξέθρεψαν και την γιγάντωσαν. Άλλωστε, αποτελεί απόλυτη πολιτική παραδοξότητα τα τσεκούρια του νεοδημοκρατικού Βορίδη να κατακρίνουν τα χαστούκια του κτηνώδους Κασιδιάρη. Γιατί άραγε ο Γεωργιάδης και ο Πλεύρης, που έχουν συγγενείς ιδεολογικές καταβολές και την ίδια σχέση με το κοινωνικό σκοτάδι που έχει και ο Μιχαλολιάκος, να δικαιούνται να κατακρίνουν τις πρακτικές του; Σε κάθε περίπτωση, ο Κασιδιάρης ακολουθεί τον δικό τους δοκιμασμένο πολιτικό δρόμο. Αφού λάβει τα εύσημα του απεχθούς τραμπουκοειδούς του σκότους, θα κεφαλαιοποιήσει τους λαμπρούς ιδεολογικούς του αγώνες, καταλαμβάνοντας θέση υπουργού στην επόμενη δωσιλογική κυβέρνηση τύπου Παπαδήμου, που θα αναλάβει να ξεπουλήσει ότι δεν πρόλαβε να παραδώσει στους εγχώριους και διεθνείς τοκογλύφους το απερχόμενο κυβερνητικό μόρφωμα της νομιμοφανούς κοινοβουλευτικής εκτροπής.
Η πολιτική μήτρα του ελληνικού νεοναζισμού ας αναζητηθεί επομένως στα μειοδοτικά κονκλάβια της Συγγρού και της Ιπποκράτους, που παράγουν προδότες, λεηλατούν κοινωνίες και οδηγούν έναν ολόκληρο λαό στον αργό θάνατο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να καταδείξει στην ελληνική κοινωνία τη στενή σχέση των πολιτικών και των πρακτικών του εκπεσόντος παραδοσιακού δικομματισμού με την γέννηση και ανάπτυξη του φασιστικού μορφώματος της "Χρυσής Αυγής". 'Εχει, επίσης, την ιδεολογική και ιστορική υποχρέωση να καταγγείλλει, με ομοιογενή επάρκεια, τις πολιτικές επιλογές των αριστερών κομματικών ακολουθημάτων της συγκυβέρνησης του Μνημονίου, που είτε προσδοκούν θέση κυβερνητικού εταίρου (Δημοκρατική Αριστερά) είτε αρθρώνουν πολιτικό και ιδεολογικό λόγο που οδηγεί την πιο παραδοσιακή δύναμη της αριστεράς στο περιθώριο της ιστορίας, παραδομένη στις αναγκαιότητες του πιο νοσηρού κομματικού πατριωτισμού (ΚΚΕ).
Σε καμμιά περίπτωση όμως, δεν πρέπει να αμβλύνεται ή να αργεί η εγρήγορση και η ισχυρή πολιτειακή αντίδρασή μας, απέναντι στην ειδεχθή δράση των νοσταλγών του ναζισμού. Και αυτό όχι επειδή είναι κατά τον παρόντα χρόνο πραγματικά επικίνδυνοι, αλλά, επειδή, κατά τα επόμενα χρόνια της αντιπαράθεσης των ελεύθερων ανθρώπων με τις πολιτικές δυνάμεις του σκότους, μπορεί να αποτελέσουν την βάρβαρη δύναμη βίαιης κρούσης των κομμάτων της συγκυβέρνησης του Μνημονίου, κατά την ιστορική αντιπαράθεσή της με την κοινωνία των ελεύθερων πολιτών, όπως τα πολιτικά τους απομεινάρια θα διαμορφωθούν μετά την επερχόμενη αποσύνθεσή τους στις εκλογές της 17ης Ιουνίου.
Θάνος Παναγιωτόπουλος
Πολιτικός Επιστήμονας - Δημοσιολόγος
Η "Χρυσή Αυγή" ήρθε απλώς να ικανοποιήσει τα στερητικά σύνδρομα της κοινωνικής κατάθλιψης, της οικονομικής εξαθλίωσης, της έκδηλης πολιτικής ανισότητας και της προκλητικής αδιαφορίας του κράτους, που βιώνει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Ανέλαβε να "συγκρουστεί" με την πολιτική φαυλότητα του πελατειακού παρασιτισμού, την μειοδοτική ενδοτικότητα του πολιτικού δωσιλογισμού και τελικώς να εκφράσει με τη βία της κοινωνικής ράβδου την οργή σημαντικού μέρους του πληθυσμού για τα βαρειά κοινωνικά δεινά του.
Οι γεννήτορες, όμως, του απεχθούς νεοναζιστικού μορφώματος πρέπει να αναζητηθούν στους κόλπους των κομμάτων της συγκυβέρνησης του Μνημονίου (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ), που βύθισαν την ελληνική κοινωνία στην απόλυτη οικονομική ένδεια και αποδόμησαν τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά του κοινωνικού ιστού της χώρας, καταλύοντας με συστηματική μεθοδικότητα το κοινωνικό κράτος.
Τα μέλη του κοινωνικού σώματος, με πλεόνασμα οργής, έλλειμμα παιδείας και αξιών δημιουργικής πολιτικής ένταξης, ενστερνίστηκαν εύκολα και μάλλον άκριτα το πολιτικό κήρυγμα της ναζιστικής ιδεολογίας και νομιμοποίησαν την πολιτική παρουσία των εχθρών της δημοκρατίας στην ίδια την παραδοσιακή κοιτίδα της.
Ο επικριτικός πολιτικός λόγος για την αποτρόπαια δράση της "Χρυσής Αυγής" ουσιαστικά εξαγνίζει και 'νομιμοποιεί' την πολιτική βία που αυτή ασκεί για την διάδοση των ιδεολογικών της θέσεων. Εκείνοι που λεηλάτησαν την ελληνική κοινωνία, αυτοί που συνομολόγησαν την παράδοση της εθνικής κυριαρχίας στον διεθνή οικονομικό παράγοντα, όσοι αξιοποίησαν το κράτος ως λάφυρο της εκλογικής τους πελατείας, καταδικάζοντας τον ελληνικό λαό στην ανυποληψία και τον εθνικό διασυρμό, δεν διαθέτουν την ηθική και την πολιτική νομιμοποίηση να επικρίνουν την άσκηση οποιασδήποτε μορφής βίας, επειδή αυτοί οι ίδιοι είναι οι παρακμιακοί της γεννήτορες, που την εξέθρεψαν και την γιγάντωσαν. Άλλωστε, αποτελεί απόλυτη πολιτική παραδοξότητα τα τσεκούρια του νεοδημοκρατικού Βορίδη να κατακρίνουν τα χαστούκια του κτηνώδους Κασιδιάρη. Γιατί άραγε ο Γεωργιάδης και ο Πλεύρης, που έχουν συγγενείς ιδεολογικές καταβολές και την ίδια σχέση με το κοινωνικό σκοτάδι που έχει και ο Μιχαλολιάκος, να δικαιούνται να κατακρίνουν τις πρακτικές του; Σε κάθε περίπτωση, ο Κασιδιάρης ακολουθεί τον δικό τους δοκιμασμένο πολιτικό δρόμο. Αφού λάβει τα εύσημα του απεχθούς τραμπουκοειδούς του σκότους, θα κεφαλαιοποιήσει τους λαμπρούς ιδεολογικούς του αγώνες, καταλαμβάνοντας θέση υπουργού στην επόμενη δωσιλογική κυβέρνηση τύπου Παπαδήμου, που θα αναλάβει να ξεπουλήσει ότι δεν πρόλαβε να παραδώσει στους εγχώριους και διεθνείς τοκογλύφους το απερχόμενο κυβερνητικό μόρφωμα της νομιμοφανούς κοινοβουλευτικής εκτροπής.
Η πολιτική μήτρα του ελληνικού νεοναζισμού ας αναζητηθεί επομένως στα μειοδοτικά κονκλάβια της Συγγρού και της Ιπποκράτους, που παράγουν προδότες, λεηλατούν κοινωνίες και οδηγούν έναν ολόκληρο λαό στον αργό θάνατο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να καταδείξει στην ελληνική κοινωνία τη στενή σχέση των πολιτικών και των πρακτικών του εκπεσόντος παραδοσιακού δικομματισμού με την γέννηση και ανάπτυξη του φασιστικού μορφώματος της "Χρυσής Αυγής". 'Εχει, επίσης, την ιδεολογική και ιστορική υποχρέωση να καταγγείλλει, με ομοιογενή επάρκεια, τις πολιτικές επιλογές των αριστερών κομματικών ακολουθημάτων της συγκυβέρνησης του Μνημονίου, που είτε προσδοκούν θέση κυβερνητικού εταίρου (Δημοκρατική Αριστερά) είτε αρθρώνουν πολιτικό και ιδεολογικό λόγο που οδηγεί την πιο παραδοσιακή δύναμη της αριστεράς στο περιθώριο της ιστορίας, παραδομένη στις αναγκαιότητες του πιο νοσηρού κομματικού πατριωτισμού (ΚΚΕ).
Σε καμμιά περίπτωση όμως, δεν πρέπει να αμβλύνεται ή να αργεί η εγρήγορση και η ισχυρή πολιτειακή αντίδρασή μας, απέναντι στην ειδεχθή δράση των νοσταλγών του ναζισμού. Και αυτό όχι επειδή είναι κατά τον παρόντα χρόνο πραγματικά επικίνδυνοι, αλλά, επειδή, κατά τα επόμενα χρόνια της αντιπαράθεσης των ελεύθερων ανθρώπων με τις πολιτικές δυνάμεις του σκότους, μπορεί να αποτελέσουν την βάρβαρη δύναμη βίαιης κρούσης των κομμάτων της συγκυβέρνησης του Μνημονίου, κατά την ιστορική αντιπαράθεσή της με την κοινωνία των ελεύθερων πολιτών, όπως τα πολιτικά τους απομεινάρια θα διαμορφωθούν μετά την επερχόμενη αποσύνθεσή τους στις εκλογές της 17ης Ιουνίου.
Θάνος Παναγιωτόπουλος
Πολιτικός Επιστήμονας - Δημοσιολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου